Βρίσκονται πάνω από τη βάση του προστάτη ,ανάμεσα στον πυθμένα της ουροδόχου κύστης και στο ορθό. Η κάθε μια από αυτές εμφανίζει σχήμα σακοειδές-απιοειδές, αποπλατυσμένο από εμπρός προς τα πίσω και παρουσιάζει δύο επιφάνειες (πρόσθια και οπίσθια), δύο χείλη (έσω και έξω) και δύο άκρα (το έξω και το έσω). Η πρόσθια επιφάνεια της σπερματοδόχου κύστης συνάπτεται προς τα πίσω με τον πυθμένα της ουροδόχου κύστης και προς τα εμπρός με τον προστάτη. Η οπίσθια επιφάνεια έρχεται σε σχέση με το ορθό, από το οποίο μπορεί να ψηλαφηθεί. Το έσω χείλος ακουμπά στη σπερματική λήκυθο. Το έξω χείλος έρχεται σε επαφή με τον προστάτη. Το έξω άκρο είναι σε στενή σχέση με τον ουρητήρα, ενώ, τέλος, το έσω άκρο είναι στενό και αναστομώνεται με το σύστοιχο πόρο, αντίστοιχα προς τη βάση του προστάτη για να σχηματιστεί ο εκσπερματιστικός πόρος, ο οποίος και διασχίζει την κεντρική ζώνη του τελευταίου. Στην σπερματοδόχο κύστη διακρίνεται ο βλεννογόνος (που είναι πτυχωτός), το υποβλεννογόνιο στρώμα (που αποτελείται από πυκνό συνδετικό ιστό καλυμμένο από λεπτό στρώμα μυϊκών ινών) και την κάψα (από συνδετικό ιστό επίσης). Το αλκαλικό έκκριμά της, που μαζί με το προστατικό έκκριμα αποτελούν το υγρό στοιχείο του σπέρματος, περιέχει φρουκτόζη από την οποία τα σπερματοζωάρια προσπορίζονται ενέργεια.
Εκσπερματιστικοί πόροι
Ο εκσπερματιστικός πόρος (μήκους 2cm) σχηματίζεται, πάνω από τη βάση του προστάτη, από τη συνένωση της σπερματικής ληκύθου με τον αυχένα της σπερματοδόχου κύστης . Στη συνέχεια φέρεται λοξά μέσα στον αδένα (κεντρική ζώνη) ,από τα άνω και πίσω προς τα κάτω και εμπρός και εκβάλλει στην προστατική μοίρα της ουρήθρας, στα πλάγια του σπερματικού λοφιδίου.