Ολιγουρία ονομάζεται η μείωση του ποσού των ούρων 24ώρου. Παρ’ ότι δεν υπάρχει σαφές όριο κάτω από το οποίο τεκμηριώνεται η διάγνωση της ολιγουρίας, εν τούτοις συμβατικά θεωρείται ότι ένας ασθενής είναι ολιγουρικός όταν η ημερήσια ποσότητα των ούρων του είναι μικρότερη από 500 ml. Αντισταθμιστική ολιγουρία παρατηρείται σε ασθενείς με αφυδάτωση εξ αιτίας έντονης εφίδρωσης, διαρροιών, εμέτων κ.λπ. Στις περιπτώσεις αυτές, η μείωση της σπειραματικής διήθησης οδηγεί σε μειωμένη παραγωγή ούρων. Ολιγουρία μπορεί επίσης να παρατηρηθεί σε οξεία σπειραματονεφρίτιδα ή σε οξεία νεφρική ανεπάρκεια ως προστάδιο της επερχόμενης ανουρίας.
Ανουρία ορίζεται η κατάσταση στην οποία το ποσό των ούρων 24ώρου είναι μικρότερο από 100 ml. Κλινικά, η ανουρία χαρακτηρίζεται από έλλειψη ούρων που όμως δεν συνοδεύεται από επιθυμία για ούρηση γιατί η κύστη είναι κενή ούρων (αυτό τη διαφοροποιεί από την επίσχεση). Τα αίτια της ανουρίας μπορεί να είναι προνεφρικά (υπόταση, αφυδάτωση, εμβολή της νεφρικής αρτηρίας κ.λπ.), νεφρικά (οξεία σωληναριακή νέκρωση, νεφρική ανεπάρκεια) και μετανεφρικά ή αποφρακτικά (αμφοτερόπλευρη υδρονέφρωση ή ετερόπλευρη υδρονέφρωση μονήρους νεφρού λόγω απόφραξης από λίθο, διηθητικό νεόπλασμα κύστης, νεόπλασμα προστάτη, οπισθοπεριτοναϊκή ίνωση κ.λπ.).
Πολυουρία ονομάζεται η αύξηση του ποσού των ούρων που αποβάλλονται κατά τη διάρκεια του 24ώρου σε επίπεδα μεγαλύτερα των 2 lt. Καταστάσεις ή παθήσεις που προκαλούν αυξημένη διούρηση, όπως η υπερβολική πρόσληψη υγρών, ο άποιος διαβήτης, ο σακχαρώδης διαβήτης, η λήψη διουρητικών κ.λπ. οδηγούν σε πολυουρία. Εξ άλλου, παρεγχυματικές βλάβες των νεφρών που προκαλούν χρόνια νεφρική ανεπάρκεια συνοδεύονται από πολυουρία, ενώ και στην περίοδο που ακολουθεί τη λύση μιας αποφρακτικής ουροπάθειας παρατηρείται μεγάλη αποβολή ούρων. Η πολυουρία οδηγεί σε αυξημένη συχνότητα ουρήσεων, γι’ αυτό και θα πρέπει να διαχωρίζεται από τη συχνουρία, στην οποία δεν υπάρχει υπερπαραγωγή ούρων